Item request has been placed! ×
Item request cannot be made. ×
loading  Processing Request

Μεταγευματικός δυσμεταβολισμός.

Item request has been placed! ×
Item request cannot be made. ×
loading   Processing Request
  • المؤلفون: ???s???, ?.1 ; ?ats???µp???, ?.2
  • المصدر:
    Archives of Hellenic Medicine / Arheia Ellenikes Iatrikes. 2017, Vol. 34 Issue 1, p127-131. 5p.
  • معلومة اضافية
    • Alternate Title:
      Postprandial dysmetabolism.
    • نبذة مختصرة :
      Postprandial dysmetabolism is characterized by an excessive rise in the postprandial serum levels of glucose and triglycerides. It is an independent risk factor for development of cardiovascular disease, even in non-diabetic subjects. Mechanisms which may be involved in the increased incidence of cardiovascular disease are an increase in intracellular oxidative stress, endothelial dysfunction and coagulation disturbances during postprandial hyperglycemia and hypertriglyceridemia. Therapeutic intervention should aim to reduce postprandial glycemia and lipemia, but also fasting levels of glucose and triglycerides. This may be achieved by modification of life-style factors, including changing the type of fatty acids consumed (unsaturated or saturated) and the cooking method, and addition of certain ingredients to the diet. In some cases, appropriate drugs may be needed. [ABSTRACT FROM AUTHOR]
    • نبذة مختصرة :
      Ο μεταγευματικός δυσμεταβολισμός χαρακτηρίζεται από την υπέρμετρη αύξηση των επιπέδων γλυκόζης και τριγλυκεριδίων μεταγευματικά, και αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου, ακόμη και σε μη διαβητικά άτομα. Οι μηχανισμοί που εμπλέκονται στην αύξηση της καρδιαγγειακής νόσου αφορούν στην αύξηση του ενδο- κυττάριου οξειδωτικού stress, στην ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, καθώς και στην εμφάνιση διαταραχών της πηκτικότητας κατά τη διάρκεια της με- ταγευματικής υπεργλυκαιμίας και υπερτριγλυκεριδαιμίας. Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις θα πρέπει να στοχεύουν εκτός από τη μείωση των επιπέδων νηστείας και στη μείωση των μεταγευματικών επιπέδων της γλυκόζης και των λιπιδίων, η οποία μπορεί να επιτευχθεί κατ’ αρχάς με την τροποποίηση υγιεινοδιαιτητικών παραγόντων, όπως είναι το είδος των καταναλισκόμενων λιπαρών οξέων (μονοακόρεστα ή κεκορεσμένα), ο τρόπος μαγειρέματος ή η προσθήκη συγκεκριμένων συστατικών στο φαγητό. Σε δεύτερη φάση, αν κρίνεται αναγκαίο, μπορεί να χορηγηθούν φάρμακα. [ABSTRACT FROM AUTHOR]